Τα όρια του «κραχ» δοκιμάζει η πραγματική οικονομία. «Κόκκινα», τραπεζικά, δάνεια, ληξιπρόθεσμες οφειλές ιδιωτών προς Εφορία και ΔΕΚΟ, το χρέος αυτοαπασχολούμενων και επιχειρήσεων στα ασφαλιστικά ταμεία και το δημόσιο χρέος της χώρας ξεπερνούν το ιλιγγιώδες ποσό του μισού τρισ. ευρώ.
Πρόκειται για «κόκκινο χρέος», δεκαπλάσιο των ετήσιων εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού, που βυθίζει την οικονομία σε κύκλο πρωτοφανούς αβεβαιότητας, την ώρα που η ρευστότητα παραμένει στον «πάγο», ελέω των capital controls, και η οικονομία οδεύει το 2016 για έναν ακόμη χρόνο ύφεσης. Μία ύφεση, η διάρκεια της οποίας δεν έχει προηγούμενο στον αναπτυγμένο κόσμο.
Αναπόφευκτα, κόκκινο κτυπά και η αβεβαιότητα στον επιχειρηματικό κόσμο και εντείνεται ο προβληματισμός εντός και εκτός συνόρων για την προοπτική σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας τους επόμενους μήνες. Κάτι που καθίσταται μεγάλη πρόκληση με δεδομένα τα εξής:
Την εύθραυστη πολιτική ισορροπία, την προώθηση, με διαδικασίες-εξπρές, επώδυνων μέτρων που θα πλήξουν ακόμη περισσότερο τη μεσαία τάξη, τη γεωπολιτική αστάθεια στην ευρύτερη περιοχή και το ερώτημα εάν το πολιτικό προσωπικό της σημερινής κυβέρνησης μπορεί να συγκροτήσει στρατηγική ανάπτυξης και προσέλκυσης επενδύσεων.
Ξένοι οίκοι, αξιολογητές του ελληνικού χρέους, εμφανίζονται ιδιαίτερα ανήσυχοι. Ούτως ή άλλως η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας θα ήταν μια δύσκολη εξίσωση. Οι παλινωδίες όμως των τελευταίων μηνών, η επιβάρυνση της οικονομίας με νέο, μεγάλο, δάνειο, νέους όρους και σκληρά μέτρα που θα κτυπήσουν ακόμη περισσότερο τις ομάδες που έχουν ήδη σηκώσει το βάρος της τιτάνιας δημοσιονομικής προσαρμογής τα τελευταία χρόνια, περιπλέκουν ακόμη περισσότερο τα πράγματα.
ΠΕΡΙΚΟΠΕΣ ΠΡΟ ΤΩΝ ΠΥΛΩΝ
Ο πρωθυπουργός, παρά την εύθραυστη πλειοψηφία στη Βουλή, εμφανίζεται αποφασισμένος να προχωρήσει, τώρα, με δύσκολα μέτρα, όπως το ασφαλιστικό, παρά το ότι από την πλευρά των Θεσμών, σύμφωνα με πληροφορίες υπήρχε διάθεση να δοθεί πολιτικός χρόνος για να καταστεί πιο εύκολα διαχειρίσιμο το θέμα.
Αυτό σημαίνει ότι οι περικοπές στις συντάξεις και οι ανατροπές που έρχονται με το νέο ασφαλιστικό είναι προ των πυλών, όπως επίσης και νέες φορολογικές επιβαρύνσεις, ενώ σε εκκρεμότητα παραμένει το μεγάλο θέμα της διαχείρισης και της αναδιάρθρωσης του ιδιωτικού, «κόκκινου», χρέους.
Η κυβέρνηση, από την πλευρά της, ποντάρει, στην εικόνα διάλυσης που εμφανίζει η Αξιωματική Αντιπολίτευση, για να περάσει το συντομότερο δυνατόν δύσκολα μέτρα, ώστε και με δεδομένο το σκηνικό δημοσιονομικής ανοχής που στήνεται στην Ευρώπη υπό το βάρος των δραματικών εξελίξεων, να λάβει το συντομότερο δυνατόν διευκολύνσεις.
Στην κορυφή βρίσκεται αναμφίβολα η αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους, στην οποία η κυβέρνηση ευελπιστεί να «πατήσει» και δευτερευόντως πιθανή χαλάρωση του δημοσιονομικού πλαισίου μεσοπρόθεσμα. Ωστόσο, όπως παρατηρούν έμπειροι ξένοι τεχνοκράτες, πλέον η κατάσταση στην πραγματική οικονομία έχει φτάσει στο σημείο μηδέν. «Τα ψέματα και οι εύκολες λύσεις έχουν τελειώσει», σχολιάζει χαρακτηριστικά τραπεζικός παράγοντας, εκτιμώντας πως για μια πραγματική ανάκαμψη, με δυναμική ουσιαστικής ανάσχεσης της ανεργίας θα απαιτηθεί σειρά ετών.
Όμως και για το πρώτο, μικρότερο, αλλά ουσιαστικό βήμα της σταθεροποίησης, ο δρόμος δεν είναι ούτε εύκολος, ούτε απλός: Και αυτό επειδή απαιτούνται ρευστότητα, σχέδιο και πολιτική βούληση για μεγάλες τομές, ζητούμενα ιδιαίτερα δύσκολα στην περίπτωση της Ελλάδας. Η πρόβλεψη του προϋπολογισμού του 2016 για ύφεση και το 2016, η οποία μαστίζει τη χώρα από το 2008 με μοναδική εξαίρεση τη δειλή επιστροφή στην ανάπτυξη το 2014, αποτελεί αιτία σοβαρής εγρήγορσης για την πραγματική οικονομία. Ακόμη και εάν, υποθετικά, όλα κυλήσουν κατ' ευχήν, η ρευστότητα στην οικονομία θα παραμείνει, εκ των πραγμάτων, περιορισμένη για αρκετό διάστημα, αφού η εμπιστοσύνη και το οικονομικό κλίμα έχουν υποστεί σοβαρό πλήγμα.
ΔΥΣΚΟΛΗ ΕΞΙΣΩΣΗ
Την ίδια ώρα η κατάρτιση σχεδίου ανάκαμψης, με όρους συμβατούς με τα κριτήρια που θέτουν ξένα επενδυτικά κεφάλαια τα οποία διαθέτουν ρευστότητα για να επενδύσουν, είναι μια δύσκολη εξίσωση. Η κυβέρνηση, όπως και οι προκάτοχοί της σε ένα βαθμό, δεν έχουν μέχρι στιγμής παρουσιάσει δείγματα γραφής που θα πείσουν επενδυτές και επιχειρηματίες πως έχει επέλθει ρήξη με πρακτικές του παρελθόντος, οι οποίες συντέλεσαν στην πτώση της ελληνικής οικονομίας.
«Δεν βλέπουμε επαρκή ιδιοκτησία (ownership) στις μεταρρυθμίσεις» λένε στελέχη που παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς τις διαπραγματεύσεις με τους Θεσμούς. Έτσι, ακόμη και εάν σε κεντρικό επίπεδο ληφθούν σκληρές αποφάσεις για τη λήψη δύσκολων μεταρρυθμίσεων, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι αυτές θα συνοδεύονται από σχέδιο με παρεμβάσεις, ικανές να προσελκύσουν ξένα και εγχώρια επενδυτικά κεφάλαια, που θα συμβάλουν στην αποτροπή ενός νέου κύκλου ύφεσης και αβεβαιότητας και στην ανάσχεση της ανεργίας. Ένα σχέδιο που θα μπορούσε να στηριχθεί στα βασικά μας πλεονεκτήματα, που είναι πλέον οι ελκυστικές αποτιμήσεις, η παραμονή μας στη ζώνη του ευρώ, η υποδομή σε αρκετούς τομείς, αλλά και η ύπαρξη ρευστότητας στο εξωτερικό που αναζητά επενδυτικά σχέδια να διοχετευθεί με τη μορφή συμμετοχών ή εξαγορών.
ΤΟ ΜΟΜΕΝΤΟΥΜ ΠΟΥ «ΚΑΗΚΕ»
Όπως έχει αποδειχθεί στο πρόσφατο παρελθόν, στην οικονομία δημιουργούνται παράθυρα ευκαιρίας. Όπως ήταν, για παράδειγμα, το μομέντουμ της επιστροφής του Δημοσίου στις διεθνείς αγορές το 2014, το οποίο όμως, δεν μπόρεσε να παρακολουθήσει η πολιτική σκηνή της χώρας, με τα γνωστά αποτελέσματα στη συνέχεια.
Όπως έχει αποδειχθεί στο πρόσφατο παρελθόν, στην οικονομία δημιουργούνται παράθυρα ευκαιρίας. Όπως ήταν, για παράδειγμα, το μομέντουμ της επιστροφής του Δημοσίου στις διεθνείς αγορές το 2014, το οποίο όμως, δεν μπόρεσε να παρακολουθήσει η πολιτική σκηνή της χώρας, με τα γνωστά αποτελέσματα στη συνέχεια.
Πλέον, η αφετηρία για μια δυνητική ανάκαμψη είναι σαφώς πιο δυσμενής, με ευθύνες πολλών και σε πολλά επίπεδα και για ακόμη μια φορά το μεγάλο ζητούμενο παραμένει η ανάκτηση της οικονομικής ανεξαρτησίας της χώρας. Κάτι που, στα λόγια, όλοι επιθυμούν. Το ερώτημα όμως είναι εάν μπορούν να το πετύχουν και μάλιστα το συντομότερο δυνατόν, ώστε η οικονομία να εξέλθει από το αδιέξοδο και να ξεκινήσει μια επίπονη αλλά σταθερή πορεία προς την ανάκαμψη.
Ο δραματικός «λογαριασμός»
«Κόκκινα», τραπεζικά δάνεια, ληξιπρόθεσμες οφειλές ιδιωτών προς την Εφορία, που αυξάνονται μάλιστα κατά 1 δισ. ευρώ κάθε μήνα, οφειλές επιχειρήσεων και αυτοαπασχολούμενων προς τα ασφαλιστικά ταμεία αλλά και ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τη ΔΕΗ συνθέτουν ένα Σισύφειο, εκρηκτικών διαστάσεων, ιδιωτικό χρέος.
Ύφεση, ανεργία και η βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή που συντελέστηκε τα τελευταία χρόνια, με την υπέρμετρη φορολόγηση νοικοκυριών και επιχειρήσεων και τις μειώσεις στις αποδοχές μισθωτών και συνταξιούχων, προσέδωσαν εκρηκτικές διαστάσεις στο μη εξυπηρετούμενο ιδιωτικό χρέος στην Ελλάδα, η οποία παράλληλα χαρακτηρίζεται και από ένα υπέρογκο δημόσιο χρέος.
Πλαίσιο που καθιστά αναπόφευκτη την αναδιάρθρωση του χρέους, σε όλα τα επίπεδα, καθώς ουδείς μπορεί να θεωρήσει εφικτή την αποπληρωμή όλου αυτού του χρέους, που είναι περίπου τρεις φορές το -ραγδαία επιδεινούμενο- τα τελευταία χρόνια, ελληνικό ΑΕΠ. Μόνο τα «κόκκινα» τραπεζικά δάνεια ανέρχονται στα 107 δισ. ευρώ, ενώ οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των ιδιωτών προς την Εφορία ξεπερνούν τα 82 δισ. ευρώ και αυξάνονται κατά 1 δισ. ευρώ τον μήνα, κατά μέσο όρο.
Τα χρέη αυτοαπασχολούμενων και επιχειρήσεων προς τα ασφαλιστικά ταμεία κινούνται προς τα 29 δισ. ευρώ, ενώ στη ΔΕΗ τα ληξιπρόθεσμα χρέη ανέρχονται σε 2,5 δισ. ευρώ. Παύση πληρωμών όμως κηρύττει και το Δημόσιο που χρωστά περί τα 6 δισ. ευρώ σε ιδιώτες, ενώ στο «κόκκινο» βρίσκεται και το δημόσιο χρέος της χώρας, που κινείται πια στα 326 δισ. ευρώ, δύο φορές περίπου το ελληνικό ΑΕΠ, και το οποίο βρίσκεται από το 2010 που έκλεισαν οι αγορές, στο... κόκκινο.
ΚΡΥΦΟ ΧΡΕΟΣ 14 ΔΙΣ. ΕΥΡΩ
Ο λογαριασμός του χρέους μπορεί να φουσκώσει ακόμη περισσότερο, εάν σε αυτόν συνεκτιμηθούν οι εγγυήσεις ύψους 14,5 δισ. ευρώ που έχει παράσχει το Δημόσιο σε κρατικές επιχειρήσεις, δημόσιους οργανισμούς και ΔΕΚΟ, οι οποίες έχουν αντλήσει δάνεια. Και αυτό επειδή ελλοχεύει ο κίνδυνος οι εγγυήσεις αυτές να καταπέσουν, επιβαρύνοντας επιπλέον το κρατικό χρέος, που εκ των πραγμάτων αποτελεί το μεγάλο βαρίδι για την ελληνική οικονομία, υπονομεύοντας τη δυναμική ανάκαμψης. Δεν είναι τυχαίο ότι οι ετήσιες δαπάνες για τόκους, περίπου 6 δισ. ευρώ, ισούνται με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου προς τρίτους, κεφάλαια που το κράτος στερεί αυτή τη στιγμή από τις επιχειρήσεις, οι οποίες βαδίζουν στην κόψη του ξυραφιού..
ΕυκαιρίαΚομβικό σημείο η αναδιάρθρωση του χρέους
Στη δύσκολη πορεία προς τη σταθεροποίηση της οικονομίας, κομβικό σημείο θα αποδειχθεί ο βαθμός στον οποίο η κυβέρνηση θα μπορέσει να εκμεταλλευθεί το «παράθυρο ευκαιρίας» που όπως όλα δείχνουν μπορεί να ανοίξει με τη νέα αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, πιθανόν στο πρώτο τρίμηνο του 2016.
Απόφαση που δύσκολα θα αναβληθεί με δεδομένη την επιθυμία της Ευρώπης να παραμείνει το ΔΝΤ ως χρηματοδότης στο τρίτο Μνημόνιο και την κόκκινη γραμμή του ΔΝΤ που ξεκαθαρίζει ότι χωρίς ρύθμιση χρέους δεν συμμετέχει.
Στο πλαίσιο αυτό ερμηνεύεται και η σπουδή της κυβέρνησης να προχωρήσει άμεσα με τα δύσκολα μέτρα για να αποσπάσει τη νέα ρύθμιση του χρέους το συντομότερο δυνατόν και να κερδίσει, έστω οριακούς, βαθμούς ελευθερίας στην άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής. Άλλωστε, το πρόσφατο παρελθόν έχει αποδείξει πως στην οικονομία δημιουργούνται, υπό προϋποθέσεις, παράθυρα ευκαιρίας. Όπως ήταν η επιτυχής επιστροφή του Δημοσίου στις αγορές το 2014. Έχει όμως επίσης αποδειχθεί πως η αδυναμία του πολιτικού προσωπικού να διαχειριστεί μια τέτοια ευκαιρία μπορεί να οδηγήσει τη χώρα και την πραγματική οικονομία πολλά χρόνια πίσω.
«Παράθυρο» για χαλάρωση λόγω Προσφυγικού
Καταρχήν κατανόηση στο αίτημα χωρών, όπως η Ελλάδα και η Γαλλία, που ζητούν να υπάρξουν εξαιρέσεις από τα όσα επιτάσσει το Σύμφωνο Σταθερότητας, με βασικό επιχείρημα το πρόσθετο κόστος που συνεπάγεται για τους προϋπολογισμούς τους η διαχείριση της προσφυγικής κρίσης αλλά και η αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, φαίνεται πως δείχνει ο επικεφαλής του Eurogroup.
Σε συνέντευξή του ο Γ. Ντάισελμπλουμ ανέφερε, μεταξύ άλλων, πως υπό τέτοιες εξαιρετικές συνθήκες το Σύμφωνο Σταθερότητας επιτρέπει αποκλίσεις από την πολιτική των περικοπών. Προσθέτοντας πως την ερχόμενη χρονιά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα εξετάσει κατά περίπτωση εάν δικαιολογούνται υψηλότερες δαπάνες και ελλείμματα.
Από ΗΜΕΡΗΣΙΑ μέσω freepen.gr
from The Secret Real Truth http://ift.tt/1kZs5qi
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου