Του Δημήτρη Γ. Απόκη
Ο φετινός εορτασμός έγινε σε μια ιδιαίτερα δυσμενή συγκυρία για το Έθνος, τόσο στο εσωτερικό της χώρας, όσο και στον ευρύτερο περίγυρό της. Μιας και τώρα τελευταία έχει γίνει της μόδας να μιλάμε για τυφώνες, ζούμε μια κρίσιμη περίοδο όπου συσσωρεύονται μαύρα σύννεφα που προοιωνίζουν το ερχομό ενός μεγάλου τυφώνα που απειλεί ευθέως την εθνική ακεραιότητα και το μέλλον της χώρας.
Την ίδια στιγμή, η πολιτική ηγεσία της χώρας είναι προσηλωμένη για τη διατήρηση της καρέκλας, και ενώ έχει αρχίσει η βροχή πριν την καταιγίδα, κάποιοι νομίζουν ότι ψιχαλίζει. Ευκαιρίες στο χώρο της εθνικής ασφάλειας και της εξωτερικής πολιτικής περνούν ανεκμετάλλευτές, ενώ η εφαρμογή μιας εξωτερικής πολιτικής κατευνασμού και υποτέλειας, αυξάνει προοδευτικά τους κινδύνους για τη χώρα.
Η πολύ καλά, για αυτούς που καταλαβαίνουν, σχεδιασμένη στρατηγική του Προέδρου της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν, όσο αφορά τη διεκδίκηση ζωτικού χώρου της Ελλάδας, όχι μόνο δεν έχει ουσιαστική αντιμετώπιση, αλλά με την πολιτική που εφαρμόζεται διευκολύνεται να επιτύχει, χωρίς μάλιστα κόστος, τους στόχους της, σε σημείο που να δημιουργούνται υποψίες για ύπαρξη συγκεκριμένης ατζέντας.
Διότι, πολύ απλά δεν αποτελούν σοβαρή ατζέντα εθνικής ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής, τα απειλητικά σλόγκαν για επικοινωνιακούς λόγους, και οι ανούσιες και άσφαιρες επικλήσεις περί διεθνούς δικαίου και συνόρων της Ευρώπης. Όσοι δεν έχουν κατανοήσει ότι τα περί συνόρων της Ευρώπης είναι, όπως θα έλεγαν οι παλιοί πραγματικοί Έλληνες, κουραφέξαλα, και τα περί διεθνούς δικαίου, εάν δεν συνοδεύονται από ουσιαστική στήριξη μεγάλων δυνάμεων, είναι κενά ουσίας και περιεχομένου, είτε ζουν σε παράλληλο κόσμο είτε είναι πραγματικά ανόητοι.
Τα περί ευρωπαϊκών συνόρων, κατέρρευσαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου προσήλθαν οι δυο μεγάλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Γαλλία και Γερμανία, εκπροσωπούμενες από τον Γάλλο Πρόεδρο, Εμμανουέλ Μακρόν, και τη Γερμανίδα Καγκελάριο, Άγκελα Μέρκελ, για να δέσουν τα χέρια τους με το μεγάλο προασπιστή της δημοκρατίας και με βάση την ίδια του την εξαγγελία πρόσφατα, συνείδηση της ανθρωπότητας, Ταγίπ Ερντογάν. Ο εναγκαλισμός συνοδεύτηκε από την ηχηρή παρουσίας του Τσάρου της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, καταρρίπτοντας τον μύθο του «Ξανθού Γένους», που θα επέμβει να σώσει την Ελλάδα.
Αν και είμαστε και πρέπει να είμαστε, ένας φιλόξενος και μεγαλόκαρδος λαός, κάθισε κανείς να σκεφτεί ότι στην εξέδρα της χθεσινής μεγάλης παρέλασης στη Θεσσαλονίκη, βρίσκονταν ο Ιταλός Πρόεδρος, Σέρτζιο Ματαρέλλα, ο πολιτικός αυτός που μόλις πριν λίγους μήνες στέρησε το δικαίωμα της νόμιμα εκλεγμένης κυβέρνησης της χώρας του να επιλέξει τον Υπουργό Οικονομικών της αρεσκείας της, μόνο και μόνο για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα και τα κελεύσματα, των Βρυξελλών και της σφύζουσας από πνοή δημοκρατίας γερμανικής Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άραγε αυτή είναι η ΕΕ που θα σταθεί δίπλα μας σε περίπτωση που υπάρξει σοβαρή απειλή από την Τουρκία;
Και για να είμαστε δίκαιοι όσο αφορά τα μέτωπα ας μιλήσουμε και λίγο για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Τι ακριβώς σημαίνει επί της ουσίας αυτή η καραμέλα που ακούμε σε καθημερινή σχεδόν βάση ότι Ελλάδα και ΗΠΑ διανύουν την καλύτερη στιγμή στην ιστορία των σχέσεων τους; Πως μεταφράζεται αυτό σε πράξεις;
Όταν η Τουρκία, ευθέως απειλεί την Ελλάδα και είναι ηλίου φαεινότερο ότι έχει συγκεκριμένη στρατηγική με στόχο την εθνική ακεραιότητα της, ποια είναι η στήριξη της Ουάσιγκτον; Η πρόσφατη απάντηση στη χλιαρή ερώτηση στην ενημέρωση τύπου του Στέητ Ντιπάρτμεντ για το θέμα, περιορίστηκε στο να υπενθυμίσει ότι οι δύο χώρες Ελλάδα και Τουρκία, έχουν διαμορφωμένους διπλωματικούς μηχανισμούς για τη διευθέτηση διαφορών όπως αυτή των 12 μιλίων, βλέπε διάλογος.
Στο παρελθόν σε μια πιο σαφή και σκληρή ερώτηση, το Στέητ Ντιπάρτμεντ ήταν απόλυτα σαφές, τονίζοντας, ότι η πολιτική των ΗΠΑ στο θέμα αυτό είναι ξεκάθαρη, αναγνωρίζουν την ίδια έκταση σε αέρα και θάλασσα και αυτό πρέπει να επιλυθούν μέσω διαλόγου.
Μήπως λοιπόν αυτός είναι ο στόχος, ο διάλογος; Διότι όλοι όσοι σκεφτόμαστε αντιλαμβανόμαστε ποιος είναι ο χαμένος σε μια τέτοια περίπτωση. Ποιος είναι αυτός που απαιτεί απειλώντας και ποιος είναι αυτός που θα πρέπει να δώσει. Μήπως τελικά κάποιοι, ανοίγοντας από το πουθενά αυτά τα θέματα σε μια δυσμενή λόγω της οικονομικής δυσπραγίας στιγμή για την Ελλάδα, επιδιώκουν αυτόν τον εθνικά επιζήμιο διάλογο; Και εάν ναι γιατί άραγε;
Εάν λοιπόν αποτελεί γεγονός ότι σήμερα έχουμε την καλύτερη σχέση από ποτέ με την Ουάσιγκτον, μήπως είναι καιρός να απαιτήσουμε τα δέοντα για αυτό, δηλαδή την ουσιαστική ομπρέλα ασφάλειας των ΗΠΑ, γύρω από την Ελλάδα;
Την 28η Οκτωβρίου 1940, το Ελληνικό Έθνος, δια στόματος του Ιωάννη Μεταξά, είπε το μεγάλο ΟΧΙ, στην Ιταλία και της δυνάμεις του Άξονα.
Είναι γεγονός και μονόδρομος ότι οι σημερινοί Έλληνες και η πολιτική ηγεσία τους θα πρέπει να πουν το δικό τους ΟΧ. Αλλά το κρίσιμο ερώτημα είναι σε ποιους; Γιατί εάν μιλάμε για ένα ΟΧΙ σε δήθεν εχθρούς και όχι σε αυτούς που πραγματικά αποτελούν το πρόβλημα τότε το παιχνίδι έχει χαθεί από τα αποδυτήρια. Το ΟΧΙ πρέπει να απευθυνθεί στις αντιδημοκρατικές Βρυξέλλες και τις, γερμανικής σύλληψης, στρεβλές πολιτικές που δυναμιτίζουν το μέλλον της Ευρώπης.
Υπάρχει άραγε ηγέτης που μπορεί να το πει και λαός που έχει τη δύναμη και τα κότσια να τον στηρίξει, έτσι ώστε, όπως και στο έπος του 1940, η Ελλάδα να είναι αυτή που μαζί με άλλους λαούς της Ευρώπης θα ξεκινήσουν την εκστρατεία για την επαναφορά στον δρόμο της πραγματικά ενωμένης και δημοκρατικής Ευρώπης;
Εν αναμονή!
* Ο Δημήτρης Απόκης, είναι Διεθνολόγος και Δημοσιογράφος, Απόφοιτος του The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies, The Johns Hopkins University, μέλος του The International Institute of Strategic Studies, και διετέλεσε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, το Στέητ Ντιπάρτμεντ, και το Πεντάγωνο, στην Ουάσιγκτον.
ΠΗΓΗ
from The Secret Real Truth https://ift.tt/2PwAXq4
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου